Τετάρτη 14 Ιουνίου 2017

Τιμή Αγίου - μίμησις Αγίου


14 Ιουνίου, τιμούμε την μνήμη του αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς (+1979).

Γεννήθηκε στην Σερβία στις 25/3/1894.
Εντρύφησε εμπειρικά στα έργα των πατέρων της Εκκλησίας καθώς πίστευε πως «η Ορθοδοξία δεν είναι βιβλιοθήκη, την οποία μπορείς να μελετήσεις, αλλά βίωμα το όποιο καλείσαι να ζήσεις.
Η Ορθοδοξία είναι πρώτιστα βιοτή και μάλιστα οσία βιοτή και ύστερα διδαχή και μάλιστα διδαχή ζωής, χάριτος, η οποία δεν έχει τίποτε από την νέκρα του σχολαστικισμού και τον ορθολογισμό του προτεσταντισμού. Η Ορθοδοξία έχει την δική της μεθοδολογία και παιδαγωγική, τους Βίους των Αγίων».
Τον διέκρινε η αγάπη του για το πρόσωπο του “Θεανθρώπου Χριστού”.

Ελεγε· «Ο σκοπός τού θεοειδούς όντος που λέγεται άνθρωπος είναι ένας: να γίνει σταδιακά τέλειος, όπως ο Θεός Πατήρ, να γίνει Θεός κατά χάριν, να επιτύχει τη θέωση, τη Θεοποίηση, τη Χριστοποίηση, την Τριαδοποίηση. Δίχως θεάνθρωπο και έξω από τον θεάνθρωπο, ο άνθρωπος πάντα –συνειδητά ή όχι– μεταλλάσσεται σε υπάνθρωπο, σε ομοίωμα ανθρώπου, σε υπεράνθρωπο, σε διαβολάνθρωπο. Απόδειξη για τούτο, όλη η ιστορία τού ανθρωπίνου γένους» και η μέριμνά του στο να μην αποκλίνει από την αλάνθαστη γραμμή των θεοφόρων πατέρων της ορθοδόξου ανατολής.
Ανυποχώρητος στα της πίστεως και ζηλωτής της εκκλησιαστικής τάξεως θεολόγος συνέγραψε την γνωστή δογματική του “Ορθόδοξος φιλοσοφία της Αληθείας” .
Θεωρούσε τον ορθολογισμό αμαρτωλό και τον οικουμενισμό αίρεση.

Όταν ο οικουμενιστής πατριάρχης της Σερβίας κ. Γερμανός συμφώνησε, στα πλαίσια του παγκοσμίου συμβουλίου εκκλησιών (ΠΣΕ) πως οι χριστιανικές κοινότητες αποτελούν μέρος μιας μεγάλης χριστιανικής εκκλησίας, ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς έπαυσε κάθε εκκλησιαστική κοινωνία με τον κακόδοξο πατριάρχη και παρέμεινε έγκλειστος στο ησυχαστήριό του προσευχόμενος στον Θεό υπέρ της εκκλησίας.

Στο βιβλίο του “Ορθόδοξος Εκκλησία και οικουμενισμός”, που αποτελεί πιστή αποτύπωση της Ορθοδόξου Πατερικής διδασκαλίας μέσα απ τον προσωπικό του τρόπο βιώσεως του μυστηρίου της Εκκλησίας, ομολογεί την στερεά πίστη του προς οικοδομή του σώματος της Εκκλησίας και προφυλάσσει το ευαγγελικό μήνυμα από κάθε νοθεία.

Μιλά για το πρόβλημα του ανθρώπου και της κοινωνίας, αρνούμενος τον άνθρωπο του πολιτισμού, της επιστήμης, της εμπειρίας και της εξέλιξης, πιστεύοντας ότι η Εκκλησία κατέχει εντός της την δυνατότητα ικανοποιήσεως όλων των αιτημάτων του ανθρώπου.

Η ορθόδοξος πίστις και ο πλούτος της Παραδόσεώς της, με κέντρο τον Θεάνθρωπο Ιησού, δεν είναι, για τον άγιο Ιουστίνο, αφηρημένες ηθικές αρχές και αξίες αλλά ο αληθινός ρυθμός της ζωής του σύμπαντος, ο πυρήνας των ανθρώπων και των κτισμάτων, ο σκοπός και το νόημά τους έως το τέλος τους.

Υποστηρίζει πως η δύση με την θρησκεία της, τον πολιτισμό της, την παιδεία της και την φιλοσοφία της σέβεται και λατρεύει το κτίσμα και όχι τον δημιουργό, βεβηλώνει και υποκαθιστά τον ευαγγελικό τρόπο ζωής.
Αναφερόμενος στις αιρέσεις, λέει πως αυτές, σύμφωνα με την διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Θεανθρώπου Χριστού που διατυπώθηκε απ τους αγίους αποστόλους, αγίους πατέρες και αγίες συνόδους δεν είναι Εκκλησία, δεν μπορούν να έχουν τα άγια μυστήρια και ιδιαιτέρως το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας διότι η Θεία Ευχαριστία είναι η ίδια η Εκκλησία, αυτός ο ίδιος ο Θεάνθρωπος Κύριος Ιησούς Χριστός.

Η κοινωνία με τους αιρετικούς εν τοις αγίοις μυστηρίοις, είναι η πλέον αναίσχυντος προδοσία του Κυρίου.
Στην ορθόδοξη διδασκαλία περί της Εκκλησίας, το μοναδικό μυστήριο είναι η Εκκλησία, το σώμα του Θεανθρώπου Χριστού και είναι η μόνη πηγή και το περιεχόμενο όλων των μυστηρίων.
Τα μυστήρια δεν μπορούν να αναβιβάζονται υπεράνω της Εκκλησίας ούτε να θεωρούνται έξω από το σώμα της Εκκλησίας.
Τέλος, χαρακτηρίζει τον οικουμενισμό παναίρεση διότι περικλείει όλες τις αιρέσεις που απομάκρυναν τον Θεάνθρωπο τοποθετώντας στην θέση του τον ευρωπαίο άνθρωπο.

Οδηγεί στον πνευματικό θάνατο επειδή δεν οδηγεί τον άνθρωπο στο θεανθρώπινο σώμα του Χριστού δια της μετανοίας και μιλά για αγάπη χωρίς να εννοεί την σωτηριώδη “Αγάπη της Αληθείας”.